Η ανάσα της ήταν γρήγορη και κοφτή. Έτρεχε με όλη της τη δύναμη, κρατώντας σφιχτά το σακ βουαγιάζ στον ώμο της. Είδε το τελευταίο αυτοκίνητο να μπαίνει και τους λιμενικούς να δίνουν το σήμα για να κλείσει η μπουκαπόρτα. Φώναξε με όλη της τη δύναμη «Περιμένετε!». Ένας από αυτούς κοίταξε προς το μέρος της και μίλησε στους άλλους κάνοντας σήμα να περιμένουν. Μόλις πλησίασε στην είσοδο ο άντρας που την είχε δει της μίλησε:

«Δεσποινίς, μόλις κάνατε ένα ολόκληρο πλοίο να περιμένει εσάς»

Εκείνη τον κοίταξε στα μάτια και του χαμογέλασε αμήχανα, λέγοντάς του «Σας ευχαριστώ πολύ!» και προχώρησε προς τα μέσα.

 Ένιωθε την καρδιά της έτοιμη να σπάσει από το τρέξιμο και την ένταση. Τα μάγουλά της είχαν πάρει φωτιά. Κοιτάχτηκε στον καθρέφτη που υπήρχε σε ένα σημείο του σαλονιού του πλοίου και γέλασε με τα ανακατωμένα της μαλλιά. Έψαξε να βρει μια θέση να κάτσει. Ευτυχώς δεν είχε πολύ κόσμο και έτσι βολεύτηκε σε ένα καναπέ. Έκατσε στην άκρη του για να μπορεί να βγαίνει εύκολα. Παραδίπλα καθόταν ένα ζευγάρι γύρω στα 50 τους υπολόγιζε και μάλλον επέστρεφαν στο νησί τους, γιατί δεν της έκαναν για τουρίστες. Έβγαλε το κινητό της και άρχισε να γράφει ένα μήνυμα.

«Το εισιτήριό σας παρακαλώ» άκουσε μια ανδρική φωνή πάνω από το κεφάλι της. Γύρισε να κοιτάξει προς τα πάνω και τότε τον είδε. Εκείνος της χαμογελούσε ευγενικά, περιμένοντάς την.

Έβγαλε μέσα από την τσάντα της το τσαλακωμένο εισιτήριο και του το έδωσε ανταποδίδοντας το χαμόγελο.

«Ήσασταν τυχερή που σας άκουσα, κυρία…» και έριξε μια ματιά στο εισιτηρίου για να δει το όνομά της. «Πέτρου» συνέχισε.

«Α, βλέπω προβιβάστηκα σε κυρία, κύριε…» ανταπέδωσε εκείνη, περιμένοντας.

«Ανδρέας Αλεξάνδρου. Κάθε γυναίκα είναι κυρία ανεξαρτήτως ηλικίας έτσι δεν είναι;»

«Έχετε δίκιο και στα δύο. Και σας ευχαριστώ και πάλι. Αν δεν με είχατε ακούσει θα είχα χάσει το πλοίο».

«Ελπίζω στα ραντεβού σας να μην αργείτε πολύ» της είπε κοιτώντας της επίμονα.

Ένιωσε τα μάγουλά της να ζεσταίνονται και έσκυψε το κεφάλι προς στιγμή. «Όχι είμαι απόλυτα συνεπής. Και η σημερινή αργοπορία δεν οφειλόταν σε μένα αλλά σε μηχανική βλάβη».

«Πολύ χαίρομαι» της απάντησε εκείνος, της έδωσε το εισιτήριο και πριν απομακρυνθεί συμπλήρωσε «Θα τα ξαναπούμε».

Έμεινε να τον κοιτάζει με ένα αχνό χαμόγελο.

«Ευγενικός κύριος και μάλλον σας φλέρταρε αν δεν κάνω λάθος» άκουσε την κυρία από δίπλα να της λέει.

«Σοφία, τι πετάγεσαι;» είπε ενοχλημένος ο κύριος δίπλα της.

«Όχι, όχι δεν πειράζει. Έτσι σας φάνηκε;» ρώτησε την κυρία, η οποία είχε ένα συνωμοτικό χαμόγελο.

«Ναι κοπέλα μου, έτσι πιστεύω» και της έκλεισε το μάτι.

Το ταξίδι ευτυχώς δεν ήταν μεγάλο, όμως από τη στιγμή που ήρθε να τσεκάρει το εισιτήριό της και μετά δεν τον ξανάδε. Όργωσε όλο το πλοίο. Βγήκε στο κατάστρωμα. Τίποτα. Μάλλον θα είχε δουλειά. Τι κρίμα δεν θα κατάφερνε να τον ξανασυναντήσει. Σε λίγο θα έφταναν στο νησί. Άκουγε μουσική φορώντας τα ακουστικά της και ξαφνιάστηκε όταν είδε έναν καμαρότο να της αφήνει ένα καφέ. Έβγαλε τα ακουστικά και τον κοίταξε έκπληκτη.

«Ξέρετε εγώ δεν παρήγγειλα κάτι» είπε σαστισμένη.

«Είναι κερασμένος!» της είπε αυτός παιχνιδιάρικα «στο κάτω κάτω μπορείτε να μάθετε από ποιον» συνέχισε δείχνοντάς της τον πάτο του ποτηριού. Τον ακούμπησε στο τραπέζι και έφυγε.

Σήκωσε το ποτήρι και είδε το όνομά του και έναν αριθμό κινητού. Το πρόσωπό της φωτίστηκε από ένα μεγάλο χαμόγελο.

Εκείνη τη στιγμή άκουσε από τα μεγάφωνα να ανακοινώνουν την άφιξη του πλοίου στο λιμάνι. Έπιασε το κινητό της και άρχισε να γράφει.

Μετά από λίγα λεπτά ο ήχος ειδοποίησης μηνύματος την έκανε να πιάσει με ανυπομονησία το κινητό και να διαβάσει το μήνυμα. Χαμογέλασε και έσφιξε το κινητό πάνω της. Ύστερα ξαναδιάβασε το μήνυμα: ‘θα σε περιμένω απόψε στο μπαράκι Sea Satin στις 9. Ελπίζω να μην αργήσεις… πολύ’.

Απάντησε στο μήνυμα, πήρε το σακ βουαγιάζ της και κατευθύνθηκε προς την έξοδο. Οι διακοπές της τελικά ξεκινούσαν πολύ όμορφα και ήλπιζε να συνεχίζονταν ακόμα καλύτερα!